Morrissey - World Peace Is None Of Your Business

Μήνυμα σφάλματος

  • Notice: Undefined index: taxonomy_term στην similarterms_taxonomy_node_get_terms() (γραμμή 518 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 0 στην similarterms_list() (γραμμή 221 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 1 στην similarterms_list() (γραμμή 222 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).

Οφείλω προς όλους τους αναγνώστες αυτού του κειμένου, να δηλώσω εξαρχής ότι ο Morrissey είναι ο αγαπημένος μου καλλιτέχνης και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ. Αυτό για να γνωρίζει ο καθένας την υποκειμενικότητα με την οποία θα γίνει η συγκεκριμένη παρουσίαση. Εξάλλου ο Morrissey αλλά και το πρώην συγκρότημά του οι The Smiths, έχουν διχάσει όσο λίγοι το κοινό. Υπάρχουν άνθρωποι που τον λατρεύουν έως εκεί που δεν παίρνει και άλλοι που τον απορρίπτουν ολοκληρωτικά και τον μισούν θανάσιμα. Αλλά αυτό είναι το concept του Morrissey, πάντα προκλητικός αλλά και ταυτόχρονα αληθινός. Ένας άνθρωπος που αποζητά απεγνωσμένα τη προβολή, έστω και αν κάποιες φορές διαμαρτύρεται μετά. O Morrissey εξακολουθεί να απολαμβάνει τους καρπούς της συμμετοχής του στους Smiths. Ένα συγκρότημα που πραγματικά ήταν τελείως διαφορετικό, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά, από οτιδήποτε είχε υπάρξει έως τότε. Και αν στο μουσικό κομμάτι βασικός υπεύθυνος ήταν ο Johhny Marr, το στιχουργικό το είχε αναλάβει αποκλειστικά ο Moz. Βέβαια και για το μουσικό πολλοί υποστηρίζουν ότι μπορεί ο Marr να έγραφε τη μουσική των Smiths, αλλά η παρουσία και η αύρα του Morrissey ήταν αυτή που τον ενέπνεε. Ως απόδειξη αυτού τονίζουν ότι ο Marr έγραψε πολλά φανταστικά κομμάτια την πενταετία ύπαρξης των Smiths και ελάχιστα τα επόμενα εικοσιπέντε χρόνια έως σήμερα. Αντίθετα ο Morrissey αρκετές φορές άγγιξε με τους προσωπικούς του δίσκους τα standards των Smiths. H τεράστια λατρεία προς το πρόσωπο του Morrissey, συνέβη ως ένας συνδυασμός timing και ταλέντου. Ο Moz έγραψε στίχους που αφορούσαν τη καθημερινότητα και το πως ένιωθε ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας των 80ς. Έγινε ο κύριος εκφραστής των ρομαντικών και των απελπισμένων μίας γενιάς, που τον ένιωσε ως έναν από αυτούς. Η βραχύβια πορεία των Smiths βοήθησε στο να μην ξεφτίσει καθόλου ο μύθος τους, μιας και δεν κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τη φθορά που αναπόφευκτα φέρνει ο χρόνος. Ο Morrissey από το 1988 και το ''Viva Hate'' κυκλοφορεί σταθερά δίσκους, άλλοτε καλύτερους και άλλοτε χειρότερους, αλλά πάντα καταφέρνει κάθε του κυκλοφορία να αντιμετωπίζεται ως δισκογραφικό γεγονός και να γίνεται μεγάλη συζήτηση γύρω από αυτόν. Έτσι και τώρα πέντε χρόνια μετά από το σχετικά αδύναμο ''Years Of Refusal'', επανέρχεται με το ''World Peace Is None Of Your Business''.

Ξέροντας και ο ίδιος ότι υπάρχουν πάρα πολλοί που ασχολούνται με τη μουσική του, ξεκίνησε το promotion του δίσκου αρκετό καιρό πριν. Η στρατηγική έλεγε να δοθούν λίγα τραγούδια στη δημοσιότητα πριν τη κυκλοφορία, ενώ παράλληλα γυρίστηκαν και video όπου ο ίδιος απάγγελνε κάποιους από τους καινούργιους του στίχους. Μάλιστα για ένα τέτοιο βιντεάκι είχε επιστρατευτεί και το πρώην κουνελάκι Pamela Anderson. Μπορούμε να πούμε ότι η παρουσία της Anderson μπορεί να μην έχει κάποια ουσιαστική σημασία, αλλά σημειολογικά δείχνει την απόσταση που έχει διανύσει ο Morrissey από τους Smiths έως σήμερα. Στους Smiths ήταν ένας νεαρός από το Manchester που τραγουδούσε 'England is mine and it owes me a living' και διψούσε να ρουφήξει τη ζωή, ενώ τώρα είναι ένας κοσμοπολίτης star που περιφέρεται σε διάφορες πρωτεύουσες του κόσμου και τραγουδά για την Ισταμπούλ και την Ισπανία. Ένας τέτοιος star δεν νοιάζεται πλέον για το αν έχει δίπλα του τη Pamela και ότι αυτή εκπροσωπεί. Απλά παρατηρεί και καταγράφει. Οι δίσκοι του Morrissey δεν μπορούν να κριθούν μόνο με καθαρά μουσικά κριτήρια. Συνήθως κρίνονται και με το πόσο ανταποκρίνονται στην ιδέα 'Morrissey'. Επειδή όλοι οι φανατικοί του βρέθηκαν κάποια στιγμή της ζωής τους (συνήθως άσχημη) να νιώθουν ότι οι στίχοι του είναι η σωτηρία τους και η απόλυτη έκφρασή τους, δημιούργηθηκε τεράστια ταύτιση των fans με τον καλλιτέχνη και η απόλυτη εξιδανίκευσή του από το κοινό. Οπότε το κριτήριο για κάθε νέα του δουλειά είναι το πόσο μπορεί κάποιος να ταυτιστεί μαζί της. Αντικειμενικά σε αυτό πρέπει να πούμε ότι είναι αδύνατο να γίνει, γιατί δεν υπάρχουν οι συνθήκες που υπήρχαν παλαιότερα. Τότε ο Morrissey ήταν ένας συνομήλικος με το κοινό με τις ίδιες πάνω κάτω ανησυχίες και επιδιώξεις. Τώρα οι παλιοί Smith-αδες έχουν μεγαλώσει και ακολουθήσει μία διαφορετική ζωή (παιδιά, σκυλιά κτλ), ενώ οι νεότεροι χωρίζονται με μία μεγάλη ηλικιακή διαφορά με τον Moz. Πάντως έχω παρατηρήσει, ότι αυτοί που ταυτίζονται πιο εύκολα με τους τελευταίους δίσκους και τους λιώνουν είναι η νεότερη γενιά fans. Αυτό γίνεται ίσως γιατί ο Morrissey εξακολουθεί να παραμένει ένας μοναχικός και απόλυτος άνθρωπος, έστω και αν είναι ένας ακόμα star, κάτι που τον κάνει να ταυτίζεται πιο εύκολα με νεαρά άτομα.

Η πρώτη επαφή με τη νέα του δουλειά ήταν η πληροφόρηση του τίτλου. Ένα κλασσικό και πομπώδες Morrissey-ικό statement, στα πρότυπα παλαιότερων (''The Queen Is Dead'', ''Meat Is Murder'', ''Viva Hate'' κτλ). Μία πολιτική δήλωση για τη παγκόσμια ειρήνη από τον Moz. Για να μην ξεχνιόμαστε, μπορεί ο Morrissey να μην έχει γράψει πολλά κομμάτια που ασχολούνται με τη πολιτική, αλλά όταν το έκανε ήταν απόλυτα εύστοχος και καυστικός. Εξάλλου μόνο του το τραγούδι ''The Queen Is Dead'' ξεπερνά σε επαναστατικότητα και δεικτικότητα  ολόκληρη τη δισκογραφία των Clash και των Gang Of Four μαζί. Με αυτή τη δήλωση-τίτλο o Morrissey θέλει να τραβήξει τα βλέμματα στη νέα του δουλειά και υποσυνείδητα παραπέμπει στις 'μοναχικές' ημέρες των Smiths. Στο μουσικό κομμάτι υπάρχουν οι κλασσικές μελωδίες που παραπέμπουν στους δίσκους της τελευταίας δεκαετίας, με τα πομπώδη refrain και τα ξεσπάσματα σε drums και κιθάρες. Αυτή τη φορά όμως υπάρχει και έντονη παρουσία από ισπανότροπες κιθάρες και από τρομπέτες, που δίνουν ένα ξεχωριστό χρώμα στο δίσκο. Προφανώς και κάτι τέτοιο δεν ήταν και τόσο αναμενόμενο και σίγουρα θα προκαλέσει συζητήσεις. Υπάρχουν αρκετά κομμάτια που ξεχωρίζουν και επίσης αρκετά που κινούνται από μέτριο έως αδιάφορο επίπεδο. Το ομώνυμο κομμάτι, το ''Neil Cassidy Drops Dead'' και το ''Istanbul'' παραπέμπουν στα singles που έχει κυκλοφορήσει από το ''You Are The Quarry'' και μετά. Πιασάρικα και δυναμικά, είναι τα κομμάτια που τραβούν τη προσοχή κατά τις πρώτες ακροάσεις. Το σχεδόν οχτάλεπτο ''I 'm Not A Man'' έχει έναν έντονο δραματουργικό χαρακτήρα, με τη μουσική να κλιμακώνεται και τον Morrissey να κάνει έναν mini απολογισμό της ζωής του. Στο ''Staircase At The Univercity'' θυμάται τις πιο 'παιχνιδιάρικες' ημέρες των Smiths, εποχής ''Strangeways Here We Come'', ή έστω το ''Viva Hate'', και ασχολείται και πάλι με ένα από τα παραδοσιακά αγαπημένα του θέματα, αυτό της εκπαίδευσης και των φοιτητικών χρόνων. Από τα πιο ευχάριστα κομμάτια που θα το χαρούν και οι πιο παλιοί και πιστοί fan του Morrissey. Αυτό είναι και ένα από τα κομμάτια με έντονες τις ισπανικές κιθάρες. Στο ''Bullfighter Dies'' ξεδιπλώνει τα φιλοζωικά μανιφέστα του, περιγράφοντας τη σκηνή του θανάτου ταυρομάχου στην αρένα, αλλά κανείς από το κοινό να μην ενδιαφέρεται γιατί όλοι υποστήριζαν τον ταύρο. Μάλλον ό Moz δεν έχει επισκεφτεί ποτέ αρένα για να δει τι υποστηρίζει το κοινό της! Το ''Earth Is The Loniest Planet'' περιγράφει γλαφυρά την αποξένωση των ανθρώπων στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, χωρίς πάντως να έχει και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα μουσική για background. Τα πράγματα γίνονται καλύτερα στο ''Kiss Me A Lot'', που είναι από τις πιο αισιόδοξες παρουσίες της δισκογραφίας του, πάλι παρουσίας ισπανικών χρωμάτων και στο μουσικά απογυμνωμένο ''Smiler With Knife'', όπου ο Morrissey βρίσκει χώρο να ξεδιπλώσει τις ακόμα ακμαίες φωνητικές του δυνατότητες και το στιχουργικό του μεγαλείο. Το ακουστικό ''Mountjoy'' είναι από τα καλύτερα καινούργια κομμάτια του, σε αντίθεση με το ''Oboe Concerto'', που κλείνει το δίσκο και κινείται σε ρηχά νερά. Ο Morrissey όμως έχει και άλλα τραγούδια έτοιμα, οπότε στη deluxe version του δισκού βρίσκουμε ακόμα έξι τραγούδια. Το ''Scandinavia'' είναι αρκετά πιο επικό από όσο μας έχει συνηθίσει ο Morrissey, ενώ η μουσική του ''One Of Our Own'' θυμίζει Coldplay έως τη στγμή που μπαίνουν τα φωνητικά και καταλαβαίνουμε ποιος κάνει κουμάντο. Το ''Forgive Someone'' είναι ένα κλασσικό mid tempo Morrissey κομμάτι και με το ''Julie In The Weeds'' αποτίει φόρο τιμής στους μεγάλους crooners των περασμένων δεκαετιών. Στο ''Art Hounds'' ξεκινά με πνευστά, για να το γυρίσει γρήγορα σε ένα κιθαριστικό pop classic.

Με το ''World Peace Is None Of Your Business'' ο Morrissey κάνει μία επιστροφή που θα διχάσει. Κάποιοι θα το τοποθετήσουν στον πάτο της δισκογραφίας του, ενώ κάποιοι θα το θεωρήσουν αρκετά σημαντικό. Πλέον οι εποχές του ''You Are The Quarry'', όπου η επιστροφή του ύστερα από μεγάλη αποχή εισπράττοντας τη καθολική αποδοχή, μοιάζουν να έχουν περάσει ανεπιστρεπτί για τον επιδραστικότερο καλλιτέχνη των 80ς. Η αλήθεια είναι ότι και αυτός ο δίσκος έχει τις στιγμές του, έστω και αν αυτές παραπέμπουν σε κάτι παλιότερο, στιγμές που είναι ικανές να καλύψουν κάποιον που τον παρακολουθεί χρόνια. Υπάρχουν και κάποια αδιάφορα κομμάτια ή αυτό το κόλλημα με τις ισπανικές κιθάρες που έγινε υπερβολικό, αλλά τι να κάνουμε; Moz είναι αυτός και έχει κερδίσει το δικαίωμα στη προσοχή μας ότι και να κάνει, έστω και αν πλέον του τη χαρίζουμε για λιγότερο χρόνο. Επίσης το ''World Peace..'' είναι και μία αφορμή για νεότερους ανθρώπους να ασχοληθούν με έναν από τους κυριότερους διαμορφωτές της pop κουλτούρας όπως την ξέρουμε. Εξάλλου δεν είναι και πολλοί οι καλλιτέχνες της εποχής του, που αρκεί ένα βλέμμα του για να πάρουν φωτιά τα πληκτρολόγια, αναλύοντάς το.

Twitter icon
Facebook icon
Google icon
StumbleUpon icon