Days of Our Likes #13 :Το WestSide Festival αρχίζει να φέρνει πίσω στην Πάτρα την μουσική της αίγλη

Μήνυμα σφάλματος

  • Notice: Undefined index: taxonomy_term στην similarterms_taxonomy_node_get_terms() (γραμμή 518 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 0 στην similarterms_list() (γραμμή 221 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 1 στην similarterms_list() (γραμμή 222 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).

«Να πούμε και δυο σοβαρά πράγματα»…, ήταν γύρω στις δέκα και ο Σεραφείμ των Night Knight από το Stage του Συνδετήρα την δεύτερη μέρα του WestSide,  παρακινούσε εν ολίγοις να στηριχθούν οι τοπικές προσπάθειες, φέρνοντας στην επιφάνεια κάτι που όλοι όσοι αγάπησαν και παρακολούθησαν από κοντά, την indie/ εναλλακτική σκηνή της Πάτρας, τους πονούσε. Το τεράστιο κενό στην post-Raining Pleasure εποχή,  όπου οριοθετείται από το σημείο Α  που η Πάτρα με ορμητήριο την προαναφερθείσα μπάντα βρισκόταν  στο peak της έχοντας διαμορφώσει την δική της ανεξάρτητη μουσική σκηνή και στηρίζοντας  πάνω και γύρω από αυτήν  την διασκέδασή της , στο σημείο Β της πλήρης μετατροπής ενός μεγάλου μέρους του κέντρου της πόλης σε ένα γιγαντιαίο τσιπουράδικο, με την μυρωδιά των τηγανισμένων  προϊόντων που αποτελούν μια «ποικιλία» σε πολλάκις επαναχρησιμοποιημένα λάδια,  να ποτίζει τους τοίχους που κάποτε έτριζαν από  dj set που δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από αυτά της Πρωτεύουσας.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που κάποιος μουσικός θα επανέφερε το θέμα. Το υπέροχο όμως αυτής της αναφοράς ήταν ότι έγινε μέσα σε ένα ασφυκτικά γεμάτο  χώρο και μπροστά σε ένα κοινό που δεν αποτελούνταν μόνο από  35άρηδες  που ήξεραν και είχαν ζήσει την εποχή των Raining Pleasure, αλλά και από πρόσωπα που ηλικιακά θα ήταν αδύνατο να την γνωρίζουν. Το ίδιο νεανικό κοινό χόρευε το βράδυ που είχε προηγηθεί με τους Gioumourtzina και τους Keep Shelly in Athens, το βράδυ της Παρασκευής  είδε τον πραγματικά εξαιρετικό drummer Μανώλη Γιαννίκο  να συνδέει τις άψογα δεμένες μπάντες Whereswilder , Night Knight και  Sillyboy, απολαμβάνοντας  ταυτόχρονα στον άλλο χώρο τον Moa Bones που έδινε την σκυτάλη στα ιλιγγιώδη μουσικά καλειδοσκόπια του Larry Gus, για να έρθει το Σάββατο με Just Cause, τις απίστευτες περσόνες που αποτελούν τους Mech_nimal  και την μαγεία των Baby Guru.Στην άλλη σκηνή μετά τα ηλεκτρονικά ηχοτοπία των ice_eyes, η ποίηση των στίχων του the Βoy θα ακουγόταν ακόμη μια φορά στην πόλη για να αποδειχθεί τελικά ότι το πατρινό κοινό παρέμεινε ακούραστο για τέταρτη συνεχόμενη μέρα γεμίζοντας και το live των Carte Postale το βράδυ της Κυριακής.

Χαμένος όμορφα μέσα σε όλο αυτό τον κόσμο και τα εθιστικά riffs των Night Knight, το μυαλό μου αυτόματα ταξίδεψε πίσω, στα πολλά αποτυχημένα live, τις προσπάθειες των τοπικών dj’s να δημιουργήσουν ομάδες που λύγισαν από την απογοητευτική  προσέλευση του κόσμου στα set τους, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς που το πάλεψαν μέχρι το τελευταίο λεπτό και την αγάπη πάντα όμως παρούσα να ντύνει με θαλπωρή τις νύχτες και τις συζητήσεις μας για την έλλειψη μουσικής σκηνής αλλά και τις φιλίες που δημιουργήθηκαν εξ αιτίας όλων των παραπάνω.

Υπήρχαν όμως και στιγμές που ένιωσα ότι ίσως η Πάτρα να ξαναβρεί τροφή για τα όνειρά της. Όπως εκείνο το «για νέες ήττες και νέες συντριβές»  του Βασίλη Σμπήλια (Playground Noise) λίγο πριν το πρώτο τους live, εκείνο το απόγευμα  του Μαΐου του 2007 στην Πολιτεία ως support στους Abbie Gale και τους Κόρε Ύδρο. Ήταν ταυτόχρονα τα πρώτα  αθόρυβα και ταπεινά βήματα της πατρινής δισκογραφικής εταιρείας Inner-Ear του Π. Πιλαβά, που δεν θα αποτελούσε απλά πυλώνα μιας ελληνικής αγγλόφωνης -και μη- ανεξάρτητης σκηνής, ούτε απλά ένα οχυρό για τους ρομαντικούς της μουσικής αλλά κυρίως έμπνευση για όλους να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν εκείνο το περιβάλλον που τους λείπει. Με την ίδια αγάπη για την μουσική -και όχι μόνο- βαδίζουμε και εδώ στο Presspop,  συναντώντας και άλλους στην διαδρομή όπως στην προκειμένη το WestSide Festival.

Ένα φεστιβάλ  λοιπόν που στηρίζει ότι καλύτερο κυκλοφορεί στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή και αποδεικνύει ότι μέσα σε εκείνο το κενό από το σημείο Α στο Β, μέσα στις ήττες και τις συντριβές,  παραμένει κάτι ασταμάτητο σε αυτή την πόλη. Η πείνα. Ή για να το θέσω πιο κομψά η ανάγκη. Η ανάγκη της υπέρβασης, της δημιουργίας ή απλά η ανάγκη του να διασκεδάζεις όπως ακριβώς επιθυμείς και όχι όπως επιβάλλουν επιχειρηματίες άσχετοι από μουσική. Χωρίς να χρειάζεσαι ένα ταξίδι 250 χιλιομέτρων. Μια ανάγκη που μας ζητά να μην μιμούμαστε αλλά να χτίζουμε την δική μας «φάση» αποφεύγοντας την φθορά της συνεχούς καταφυγής στις αναμνήσεις ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος για να βρούμε θαλπωρή.

ΥΓ: Η όλη αίσθηση που μας άφησε το τετραήμερο δεν αφήνει περιθώρια για γκρίνια αλλά για να μην υποβαθμιστεί όλη αυτή η υπέροχη προσπάθεια ούτε κατά το ελάχιστο, καλό είναι να διευκρινιστεί επειδή ακούστηκαν κάποια παράπονα, ότι το WestSide Festival δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν αύξηση των τιμών κάποιου μαγαζιού που το φιλοξένησε, με τα όποια οικονομικά βάρη (αμοιβή καλλιτεχνών, ξενοδοχεία, κτλ.) να καλύπτονται σχεδόν αποκλειστικά από τους διοργανωτές του φεστιβάλ και οι οποίοι επέλεξαν την ελεύθερη είσοδο στο κοινό. Από εκεί και πέρα ένα μαγαζί έχει την ελευθερία να κοστολογεί όσο θέλει τις υπηρεσίες και τα προϊόντα που προσφέρει όπως και ο καταναλωτής έχει την απόλυτη ελευθερία να κρίνει τις εκάστοτε επιλογές.

Twitter icon
Facebook icon
Google icon
StumbleUpon icon