



Από τον Σταμάτη Τζιώλα
Ο νεοϋορκέζος Charlie Kaufman σπανίως περνά πίσω από την κάμερα, στον ρόλο του σκηνοθέτη. Ειδικεύεται κυρίως στη συγγραφή ιδιόρρυθμων σεναρίων, αρκεί ενδεικτικά να θυμηθεί κανείς, μεταξύ άλλων, την εξαιρετική του δουλειά στα «Eternal Sunshine of the Spotless Mind» (βραβευμένο με Oscar), «Being John Malkovich», «Confessions of a Dangerous Mind» και το πλήρως φευγάτο «Synecdoche, New York».
Το «I’m Thinking of Ending Things» του 2020 είναι μόλις η 4η σκηνοθετική του απόπειρα και, όπως και στις τρεις προηγούμενες, υπογράφει παράλληλα και το σενάριο, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι πρωτότυπο αλλά βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Iain Reid.
Οποιαδήποτε απόπειρα αποτύπωσης της πλοκής (;) ενέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί σε αδιέξοδο λογικής. Μία νεαρή γυναίκα (Jessie Buckley), της οποίας δεν μαθαίνουμε ποτέ το πραγματικό όνομα αφού κατά τη διάρκεια του φιλμ θα αποκαλεστεί με περισσότερους από έναν τρόπους, και ο φίλος της, Jake (Jesse Plemons), θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι με το αυτοκίνητο του τελευταίου, με προορισμό το σπίτι των γονιών του σε μία αγροτική περιοχή. Ο καιρός είναι χιονιάς, ανορθόδοξα πράγματα συμβαίνουν, το ζευγάρι φθάνει στον προορισμό του και συναντά τους εκκεντρικούς γονείς, αλλά τίποτα δεν φαίνεται φυσιολογικό, κάθε γεγονός αποπνέει αμφισημία, η ίδια η πραγματικότητα αμφισβητείται και εναγκαλίζεται με τη μνήμη, τα μελλούμενα, την ψευδαίσθηση. Στον δρόμο της επιστροφής, αργά τη νύχτα μέσα σε χιονοθύελλα πλέον, το ζευγάρι, αφού σταματήσει σε ένα απομονωμένο καφέ με τρεις παράξενες νεαρές κοπέλες υπαλλήλους, θα καταλήξει τελικά στο παλαιό γυμνάσιο του Jake, εκεί όπου θα ξετυλιχθεί το νήμα του τελευταίου σκέλους της ιστορίας, με βασικούς συντελεστές έναν ηλικιωμένο επιστάτη και ένα ζευγάρι που εκτελεί μία χορογραφία.
Το «Σκέφτομαι να Βάλω Τέλος» αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση ταινίας, ένα αταξινόμητο υβρίδιο, όπου το road movie συναντά το ψυχολογικό θρίλερ. Η ατμόσφαιρα είναι μονίμως υποβλητική, η κάμερα εστιάζει έντονα στα προβληματισμένα και ανήσυχα βλέμματα, μία διαρκής αίσθηση απειλής και φόβου είναι διάχυτη, η γραμμικότητα δεν υφίσταται ως έννοια, το αληθινό και το φανταστικό είναι δυσδιάκριτα μεταξύ τους, ακόμα και αυτή η ίδια η υπόσταση των ηρώων δεν είναι, με σαφήνεια, δεδομένη. Σε όλα αυτά συνεισφέρουν φυσικά το δεμένο μοντάζ και η έξοχη, μυσταγωγική φωτογραφία, συμπληρώνοντας ιδανικά το ισχυρό δίπολο σεναρίου-σκηνοθεσίας. Εν ολίγοις, οι βασικές τεχνικές αρετές μίας κινηματογραφικής δημιουργίας, στο σύνολό τους, αγγίζουν εδώ υψηλότατα επίπεδα. Οι ερμηνείες των Jessie Buckley και Jesse Plemons, καθώς και αυτή της πάντα εκφραστικότατης Toni Collette στο ρόλο της μητέρας, συνεπαίρνουν και μαγνητίζουν.
Το αλλόκοτο, λαβυρινθώδες, πόνημα του Kaufman, εν τέλει πραγματεύεται τη σχετικότητα του χρόνου, διεισδύει στην αβεβαιότητα της ύπαρξης, προσεγγίζει με ανθρωποκεντρισμό και συμπάθεια τους χαρακτήρες μέσα στην ιδιομορφία της κατασκευής του και, κατά περίεργο τρόπο, προκαλεί έναν γλυκό εθισμό. Ένας από τους τυχερούς λαχνούς που τράβηξε το Netflix, που δεν θα πρέπει να σας εκπλήξει αν διανύσει όλη τη διαδρομή μέχρι τις Χρυσές Σφαίρες και τα Oscar του 2021.