Sonic Youth, απρόβλεπτοι και ανατρεπτικοί

Μήνυμα σφάλματος

  • Notice: Undefined index: taxonomy_term στην similarterms_taxonomy_node_get_terms() (γραμμή 518 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 0 στην similarterms_list() (γραμμή 221 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 1 στην similarterms_list() (γραμμή 222 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).

Βρισκόμαστε στη Νέα Υόρκη των αρχών των 80ς. Το punk έχει πρακτικά τελειώσει, αφήνοντας πίσω του μία σημαντική παρακαταθήκη, για το πως μπορεί η νέα γενιά να αντιληφθεί τη μουσική, πέρα από τα όρια και τις συμβάσεις που επιβάλλει η μουσική βιομηχανία. Η DIY άποψη, μπορεί να εμφανίστηκε μαζί με το punk, θα έμενε όμως και μετά από αυτό. Ο καθένας θα μπορούσε να στήσει τη δισκογραφική του, κυκλοφορώντας τη μουσική που γουστάρει. Οι ανεξάρτητες εταιρείες φύτρωναν σαν τα μανιτάρια και ένα σωρό μπάντες είχαν τη δυνατότητα να δουν το όνομά τους στο εξώφυλλο ενός δίσκου. Συνήθως αυτές οι εταιρείες κυκλοφορούσαν συγκροτήματα που οι πολυεθνικές είτε τα θεωρούσαν μη εμπορικά ή απλά δεν μπορούσαν να τα καταλάβουν. Βέβαια όλες αυτές οι κυκλοφορίες δεν ήταν απαραίτητα καλές, τόνοι από σαβούρα κυκλοφόρησαν και θα κυκλοφορούν πάντα από μικρές ανεξάρτητες εταιρείες. 'Ολο αυτό το ανεξάρτητο κύκλωμα θα είναι το βασικά υπεύθυνο για τη διαμόρφωση του mainstream γούστου τα επόμενα χρόνια, αφού οι πολυεθνικές πάντα φρόντιζαν να υπογράφουν τις μπάντες που σημείωναν επιτυχία στο underground και τις περνούσαν στα mainstream σαλόνια. Σε αυτό το μετά-punk πλαίσιο, μία παρέα νεαρών αποφάσισε να εξερευνήσει τα όρια του θορύβου, χρησιμοποιώντας rock φόρμες. Κάτι παρεμφερές δηλαδή με αυτό που είχαν κάνει καμιά δεκαπενταριά χρόνια πριν οι Velvet Underground, κερδίζοντας για πάντα μία θέση στο πάνθεον του rock 'n' roll. Η παρέα αυτή αποτελούνταν από τους Thurston Moore, Kim Gordon και Lee Ranaldo. Τα δύο αγόρια της μπάντας κράτησαν για τον εαυτό τους τις κιθάρες και έδωσαν στο κορίτσι το μπάσο του συγκροτήματος. Αφού δοκίμασαν κάποια ονόματα για το συγκρότημα, καταστάλλαξαν σε αυτό που έμελλε να τους χαρίσει μία θέση στις επιδραστικότερες μπάντες ever και δεν ήταν άλλο από το Sonic Youth. Ένα όνομα που περιέγραφε πλήρως τις προθέσεις των νεαρών Νεοϋορκέζων για τις επιδιώξεις τους στη μουσική. η υπόθεση drummer είναι αυτή που τους παίδεψε και περισσότερο. Αφού αρκετοί μουσικοί έκατσαν πίσω από το drum set τους (μεταξύ των οποίων και ο Jim Sclavounos, μόνιμος συνεργάτης του Nick Cave εδώ και χρόνια), τη θέση τη καπάρωσε ο Steve Shelley.

Το No Wave κίνημα, από το οποίο προέρχονταν, αποδείχθηκε πολύ περιοριστικό για τις δυνατότητες των Sonic Youth. Αποτέλεσε το εφαλτήριο των πρώτων τους χρόνων και στη πορεία εξελίχθηκε σε ένα απλό κομμάτι του συνολικού ήχου της μπάντας. Η πρώτη τους περίοδος περίλαμβάνει το θορυβώδες ντεμπούτο Confusion Is Sex με τον θορυβώδη ήχο και τις ξεκούρδιστες κιθάρες, το Bad Moon Rising με τη συμμετοχή της Lydia Lunch (σημαντική persona του Νεοϋορκέζικου underground) και το Evol όπου η μπάντα δείχνει ψήγματα του τι πρόκειται να ακολουθήσει. Ειδικά οι δύο τελευταίοι δίσκοι υποδέχθηκαν με διθυραμβικά σχόλια από το ανεξάρτητο κύκλωμα και οι Sonic Youth είχαν συμπεριεληφθεί στις πιο υπολογίσιμες δυνάμεις του χώρου. Ο πρώτος πραγματικά κορυφαίος δίσκος τους ήταν το Sister (1987). Ένας δίσκος που από τη μία πατούσε στο θορυβώδες underground της εποχής και ταυτοχρόνως είχε καταφέρει να αφομιώσει την έως τότε ιστορία του rock. Το punk attitude έμπλεκε με οργανικές αναπτύξεις και όλα μαζί χάνονταν σε τζαμαρίσματα αλά Grateful Dead.  Η συνέχεια επιφύλασσε τον καλύτερο δίσκο τους, το οριακό Daydream Nation. Ένας δίσκος που ήταν για τα 80ς ότι ήταν η μπανάνα των Velvet Underground για τα 60ς και το Marquee Moon των Television για τα 70ς. Άκρως επιδραστικό, ευθύνεται για τη γιγάντωση της εναλλακτικής κιθαριστικής και το μεγάλο εμπορικό άνοιγμα που αυτή θα κάνει με την αρχή της νέας δεκαετίας.

Σε αυτό το σημείο οι Sonic Youth αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα, αφήνοντας τις ανεξάρτητες εταιρείες και να υπογράψουν με τον πολυεθνικό κολοσσό της Geffen. Οι ίδιοι δεν είχαν καμία διάθεση για ηχητικούς συμβιβασμούς παρόλο που είχαν περάσει στην άλλη πλευρά της μουσικής βιομηχανίας. Οι Sonic Youth είχαν αποφασίσει να την αλώσουν εκ των έσω και το πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό. Ο πρώτος δίσκος τους για την Geffen και τη νέα δεκαετία ήταν το Goo. Ο ήχος ήταν η φυσική εξέλλιξη του Daydream Nation, με περισσότερα pop στοιχεία να κάνουν την εμφάνισή τους. Αυτό δεν ήταν εξαιτίας των πιέσεων της εταιρείας για μεγαλύτερες πωλήσεις, αλλά η ίδια η καλλιτεχνική επιλογή της μπάντας. Εξάλλου και στα 'ανεξάρτητα' χρόνια, ο ήχος τους γίνονταν πιο στοχευμένος και βατός από δίσκο σε δίσκο. Οι Sonic Youth είχαν κερδίσει των σεβασμό όλων και ταυτόχρονα πραγματοποιούσαν και αξιόλογες πωλήσεις, κάτι που τους εξασφάλιζε τον πλήρη έλεγχο του υλικού τους. Η μεγαλύτερη προσφορά τους όμως στη Geffen δεν ήταν κάποιος δικός τους δίσκος, αλλά η πρόταση που της έκαναν να υπογράψουν τη μπάντα ενός απροσάρμοστου ξανθού νεαρού από το Seattle, που αυτός άκουγε στο όνομα Kurt Cobain και η μπάντα του λέγονταν Nirvana. Η Geffen παραδόξως ξεπέρασε τα συντηρητικά γούστα των υπευθύνων της και πραγματοποίησε την πρόταση των Sonic Youth. Οι Nirvana έβγαλαν σε αυτήν το Nevermind και ότι άλλο πρόλαβαν ως την αυτοκτονία του Cobain και η Geffen αποκόμισε τεράστια κέρδη από αυτή τη συνεργασία. Οι Sonic Youth ως ανταμοιβή ηχογράφησαν τον πιο ακριβό ως παραγωγή δίσκο τους το Dirty (1992), για το οποίο στην κονσόλα του παραγωγού κάθονταν ο Butch Vig, μετέπειτα ιδρυτής των Garbage αλλά κυρίως ο άνθρωπος που ήδη είχε κάνει παραγωγή στο Nevermind των Nirvana.


Ο Thurston Moore και η Kim Gordon εκτός από bandmates έγιναν και ζευγάρι στη ζωή, αποκτώντας και ένα κοριτσάκι. Το 1994 κυκλοφόρησαν το πιο χαλαρό Experimental Jet Set, Trash and No Star, δίσκο που δίχασε τους θαυμαστές τους, αλλά που με τη πάροδο του χρόνου έχει δικαιωθεί στη συνείδηση των μουσικόφιλων. Για τη συνέχεια είχαν το Washing Machine (1996) που έκλεινε με την εικοσάλεπτη αυτοσχεδιαστική ελεγεία του The Diamond Sea. Ένα κομμάτι που ευθύνεται σε μεγάλο μέρος για ολόκληρη τη σκηνή του post rock που εμφανίστηκε εκείνα τα χρόνια. Οι Sonic Youth εξακολουθούσαν να είναι επιδραστικοί ακόμα και δεκαπέντε χρόνια μετά το ξεκίνημά τους. Τότε ίδρυσαν και τη δική τους δισκογραφική, που την ονόμασν SYR (Sonic Youth Records), στην οποία κυκλοφορούσαν το πιο πειραματικό υλικό τους, που δεν χώραγε στις πολυεθνικές κυκλοφορίες τους και πλήθος συνεργασιών με την αφρόκρεμα του underground. Από εκεί και πέρα πάντοτε ήταν συνεπείς με τα ανά διετία δισκογραφικά τους ραντεβού κυκλοφορώντας συνεχώς αξιόλογους δίσκους, που μπορεί να μην είχαν να προσθέσουν κάτι στο μύθο τους, αλλά έδειχναν ένα συγκρότημα που είχε συνεχείς αναζητήσεις. Αυτοί ήταν τα A Thousand Leaves (1998), NYC Ghosts & Flowers (2000), Murray Street (2002), Sonic Nurse (2004), Rather Ripped (2006) και The Eternal (2009). Το τελευταίο έμελλε να είναι και το κύκνειο άσμα τους, αφού λίγο αργότερα σταμάτησε η λειτουργία της πιο καλοδουλεμένης κιθαριστικής μπάντας της τελευταίας τριαντακονταετίας. Οι Sonic Youth είχαν πλέον περάσει στην ιστορία. Προηγουμένως είχε διαλυθεί ο γάμος του Moore με την  Gordon, γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για τη διάλυση και της μπάντας. Όπως έλεγε και ένας φίλος δεν πρέπει να υπάρχει sex μέσα σε μπάντα, γιατί κάποια στιγμή αντίο μπάντα. Στην περίπτωση των Sonic Youth, αυτό βέβαια δεν είχε και μεγάλη σημασία, γιατί ήδη είχαν προσφέρει αυτά που τους αντιστοιχούσαν στο rock 'n' roll.

Ο ήχος των Sonic Youth δεν είναι εύκολο πράγμα. Πολύ δύσκολα κάποιος που έχει μηδενική ή ελάχιστη σχέση με τη κιθαριστική μουσική μπορεί να τους ακούσει και να τους καταλάβει. Δεν έχουν χιτάκια και απαιτούν προσήλωση και ανοιχτό μυαλό. Αλλά όποιος επιθυμεί να ασχοληθεί διεξοδικά μαζί τους θα ανταμοιφθεί με το παραπάνω. Ένας νέος μουσικός κόσμος θα ανοιχθεί μπροστά του, με ευρείς ορίζοντες και διάθεση για περιπέτεια. Προφανώς δεν είναι το συγκρότημα που απευθύνεται στη γενιά του youtube και των social media, που τα θέλει όλα έτοιμα και μασημένα. Οι Sonic Youth είναι το συγκρότημα που θα αρέσει σε φανατικούς μουσικόφιλους και αυτοί που ευθύνονται για τη δημιουργία πλήθους άλλων συγκροτημάτων, που θα ήθελαν να κοπιάρουν κάτι από τον ήχο τους.

Twitter icon
Facebook icon
Google icon
StumbleUpon icon