I, Daniel Blake

Μήνυμα σφάλματος

  • Notice: Undefined index: taxonomy_term στην similarterms_taxonomy_node_get_terms() (γραμμή 518 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 0 στην similarterms_list() (γραμμή 221 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).
  • Notice: Undefined offset: 1 στην similarterms_list() (γραμμή 222 του /home/vasileio/www/ganymede/sites/presspop.gr/modules/similarterms/similarterms.module).

Από τον Σταμάτη Τζιώλα

Ο Άγγλος Ken Loach, 88 ετών πια, είναι αναμφίβολα ένας καθολικά αξιοσέβαστος, τεράστιας εμβέλειας και ισχυρού εκτοπίσματος, δημιουργός, με έναν εκτενή κατάλογο σημαντικών ταινιών να κοσμούν το πλούσιο βιογραφικό του. Ακούραστος, από τη δεκαετία του 1960, διαχρονικά συνεπής στη σοσιαλιστική ιδεολογία του, ακραιφνής εκπρόσωπος του ρεύματος του κοινωνικού ρεαλισμού, ανατέμνει πάντοτε, με διεισδυτικό και διαυγές βλέμμα, τα προβλήματα των απλών ανθρώπων της βρετανικής εργατικής τάξης, κάτι που επιτυγχάνει και στο «I, Daniel Blake», παραγωγής 2016.         

Η πλοκή εκτυλίσσεται στο σύγχρονο Newcastle, όπου ο Daniel του τίτλου, ένας στωικός, 59χρονος χήρος, ξυλουργός, μετά από ένα σοβαρό καρδιακό επεισόδιο και τη σύσταση του γιατρού του να μην επιστρέψει στη δουλειά γιατί κινδυνεύει η υγεία του, εμπλέκεται στα γρανάζια της απρόσωπης και ατέρμονης γραφειοκρατίας, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να λάβει ένα επίδομα απασχόλησης και υποστήριξης. Στη διαδρομή του αυτή, θα συναντήσει και θα βοηθήσει ανιδιοτελώς την Katie, μια φτωχή μητέρα που μεγαλώνει μόνη δύο μικρά παιδιά, η οποία μόλις έχει έρθει από έναν ξενώνα αστέγων του Λονδίνου για να ζήσει σε ένα σπίτι της κοινωνικής πρόνοιας. Μεταξύ τους θα δημιουργηθούν αμοιβαίοι, ισχυρά συνεκτικοί, δεσμοί και μαζί, ως άτυπη οικογένεια, θα έρθουν αντιμέτωποι με τη συστημική σκληρότητα και αναλγησία, πριν η ιστορία τους κορυφωθεί στην άκρως συναισθηματική της ολοκλήρωση. 

Ο Ken Loach σκηνοθετεί με τη σιγουριά που απορρέει από την εμπειρία του και συνεργάζεται εκ νέου με τον μόνιμο σεναριογράφο του, Paul Laverty, με όχημα ένα άκρως στιβαρό, προσεγμένο και σφιχτοδεμένο σενάριο, με σαφώς δραματική απόχρωση, άλλα και μεμονωμένες εύστοχες σατιρικές πινελιές. Οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές, Dave Johns και Hayley Squires στους ρόλους των Daniel και Katie αντίστοιχα, συγκινούν βαθιά και αποδίδουν με ζεστασιά τους «working class heroes» της διπλανής πόρτας, οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι (δυστυχώς) ο καθένας/η καθεμία από εμάς. 

Το φιλμ διαθέτει ανοιχτή καρδιά, ειλικρινές ενδιαφέρον και ουσιαστική ενσυναίσθηση για τα πληττόμενα θύματα του σύγχρονου, κυνικού κόσμου της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, όπου εταιρείες, αποτελούμενες από τεχνοκράτες και managers, διαχειρίζονται κρατικές υπηρεσίες, χωρίς να μπορούν να κατανοήσουν ουσιαστικά ή να πλησιάσουν τους πολίτες, προκειμένου να επιλύσουν τα πλείστα προβλήματά τους. Οι ουμανιστικές του αρετές και το μήνυμα αλληλεγγύης που εκπέμπει, αναγνωρίστηκαν και αγκαλιάστηκαν, οδηγώντας, μεταξύ άλλων  διακρίσεων, στον Χρυσό Φοίνικα του φεστιβάλ των Καννών το 2016 (ο δεύτερος στην καριέρα του Loach, μετά το «The Wind That Shakes The Barley» του 2006). 

   

Αληθινό και γνήσιο, τραχύ όπου πρέπει, εύστοχο, με ευγενείς προθέσεις και άρρηκτη σύνδεση με τη σκληρή πραγματικότητα, το «I, Daniel Blake» είναι προορισμένο να σας προβληματίσει και να συντροφεύσει τη σκέψη σας, για αρκετό καιρό μετά τη θέασή του. Τα λόγια του ίδιου του Daniel στην τελευταία σκηνή της ταινίας, γραμμένα σε ένα απλό κομμάτι χαρτί ως μανιφέστο, συνιστούν την πεμπτουσία της ύπαρξής του και του δίκαιου αγώνα του.

Twitter icon
Facebook icon
Google icon
StumbleUpon icon